Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

κρυφή προμήθεια

     krifί promίthia    
hoard

     χόορd    

Ερμηνεία:

Ως ρήμα το hoard ερμηνεύεται ως: μαζεύω, συσσωρεύω, αποταμιεύω συγκεντρώνω, βάζω στην άκρη, δημιουργώ απόθεμα



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

The experience of working with people that hoard: a Q-sort exploration. Holden K, Kellett S, Davies J, Scott S.J Ment Health. 2019 Feb;28(1):97-103. 

Meaning in hoarding: perspectives of people who hoard on clutter, culture and agency.Orr DMR, Preston-Shoot M, Braye S.Anthropol Med. 2019 Dec;26(3):263-279.

Hoarding: Symptom oder Syndrom? Maier T.Praxis (Bern 1994). 2017;106(10):539-544.



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Iατρική διοίκηση: